Ελευθερία Καραφασούλη – Σταμάτης Γαργαλιάνος
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στο άρθρο αυτό εξετάζουμε τον τρόπο διοίκησης και οργάνωσης των δημόσιων Νηπιαγωγείων, με βάση την περίοδο 2019-2020. Στόχος είναι η μελέτη της λειτουργίας και οργάνωσης των σχολικών μονάδων Προσχολικής Αγωγής στην Ελλάδα. Πρόκειται για μια ποιοτική και ποσοτική έρευνα με τη χρήση ερωτηματολογίου σε συνδυασμό με μία σύντομη βιβλιογραφική ανασκόπηση στις έννοιες της διοίκησης και της οργάνωσης καθώς και στην άσκηση της διοίκησης στην Εκπαίδευση. Παρουσιάζονται επίσης στοιχεία που αφορούν το ρόλο του/της διευθυντή/τριας στο χώρο του νηπιαγωγείου.
Αρχικά, γίνεται η βιβλιογραφική ανασκόπηση όπου παρουσιάζονται οι έννοιες ‘Διοίκηση’ και ‘Οργάνωση’ γενικότερα, αλλά και ειδικότερα στην Εκπαίδευση και στο χώρο του νηπιαγωγείου, πιο συγκεκριμένα. Στη συνέχεια παρουσιάζεται η ερευνητική μεθοδολογία της εργασίας, ο σκοπός της παρούσα έρευνας, το δείγμα και το ερωτηματολόγιο. Στην επόμενη ενότητα γίνεται η ανάλυση των δεδομένων της έρευνας, παρουσιάζονται συγκεντρωτικά οι πίνακες των διαγραμμάτων με τα δημογραφικά στοιχεία, όπως επίσης και οι απαντήσεις των ερωτηθέντων στα διερευνώμενα θέματα. Τέλος, στο τέταρτο κεφάλαιο, παρουσιάζονται τα συμπεράσματα της ερευνητικής μελέτης και γίνεται μία σύνοψη του περιεχομένου της πτυχιακής εργασίας.
Λέξεις κλειδιά: Οργάνωση, Διοίκηση, Διοίκηση Νηπιαγωγείου, ρόλος της Διεύθυνσης.
ABSTRACT
The specific thesis examines the way of administration and organization of Public Kindergartens, during the academic year 2019-2020. The aim is to study the functioning operation and organization of Preschool Schools in Greece. This is a qualitative and quantitative research using a questionnaire that combines a brief bibliographic review of management and organization to the exercise of management in Education. Information is also presented regarding the role of the principal directors in the Kindergarten area.
Initially, the bibliographic review is presented concerning the concepts of ‘Administration’ and ‘Organization’ in general, but also in Education in the area of the Kindergarten, more specifically. Follows the research methodology of the work, the specimen and the questionnaire. In the next chapter, the analysis of the research data is made, the tables of the diagrams with the demographic data are presented, as well as the answers of the respondents to the investigated topics. Finally, the conclusions of the research study are presented and a summary of the content of the Thesis is made.
Keywords: Organization, Administration, Kindergarten’s Administration, Role of Management.
Εισαγωγή
Δύο από τους πιο σημαντικούς τομείς στο χώρο του νηπιαγωγείου είναι η Οργάνωση και η Διοίκηση. Η σωστή διαχείριση συντελεί στη σωστή λειτουργία ενός οργανισμού, και στην προκειμένη περίπτωση, ενός νηπιαγωγείου. Επίσης, βοηθάει και στην καλύτερη και πιο αποτελεσματική επίτευξη των στόχων που έχει ο οργανισμός αυτός.
Η σωστή λειτουργία των νηπιαγωγείων είναι πολύ σημαντική, καθώς έχει άμεσο αντίκτυπο σε ένα ευαίσθητο κομμάτι της κοινωνίας που ζούμε, δηλαδή τα παιδιά. Για το λόγο αυτό, η ανάγκη για την όσο πιο αποδοτική διαχείριση-διοίκηση και οργάνωση καθίσταται ακόμη πιο επιτακτική.
Το μεγαλύτερο ρόλο στη διοίκηση και οργάνωση του νηπιαγωγείου παίζει ο/η διευθυντής/τρια, αφού η δράση του/της έχει αντίκτυπο προς πολλές κατευθύνσεις: πρωτίστως στους μαθητές, δευτερεύοντος στους λοιπούς συναδέλφους εκπαιδευτικούς, εν συνεχεία στους γονείς-κηδεμόνες, αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, καθώς καλούνται να διαπλάσουν τους πολίτες του ‘αύριο’.
Η εργασία αυτή έχει ως στόχο να διερευνήσει τα καθήκοντα της διεύθυνσης ενός νηπιαγωγείου, τους παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν τη σωστή, ή και μη, λειτουργία ενός νηπιαγωγείου, καθώς επίσης και την επικοινωνία και συνεργασία μεταξύ διεύθυνσης-προσωπικού-κηδεμόνων-νηπίων. Τέλος, επιχειρεί να ερευνήσει θέματα που αφορούν το χώρο του νηπιαγωγείου γενικότερα.
1.1. Η έννοια της Διοίκησης
Διοίκηση είναι η διαδικασία επιλογής στόχων, η διαδικασία καταμερισμού ανθρώπινων, τεχνολογικών και φυσικών πόρων σε επιμέρους δραστηριότητες που συμμετέχουν στην επίτευξη των στόχων και η διαδικασία συντονισμού της δράσης για μεγιστοποίηση της απόδοσης των κατανεμημένων πόρων (Μανουσόπουλος, 2012) .
Ως ‘Διοίκηση’, δηλαδή ορίζεται ένα σύνολο διαδικασιών που εξασφαλίζουν σε μια ομάδα ανθρώπων την οργανωτική τους συνοχή και τον προσανατολισμό τους προς έναν στόχο.
Σύμφωνα με τον Fayol (1967), η διαδικασία της διοίκησης χωρίζεται σε τέσσερις βασικές λειτουργίες:
- Προγραμματισμός: καθορίζονται στόχοι και σχεδιάζονται οι δράσεις
- Οργάνωση: διαμορφώνονται οι δομές
- Έλεγχος: μέσω αυτού μετρώνται τα αποτελέσματα των στόχων, έτσι αυτοί αναπροσδιορίζονται προς μία κατεύθυνση τν προσπάθεια πάνω σε μι νέα πορεία.
- Συντονισμός: συντονισμός εργασιών για την επίτευξη των στόχων
1.2. Η έννοια της Οργάνωσης
Ως ‘Οργάνωση’ θα μπορούσε να οριστεί μια διακριτή κοινωνική οντότητα, η οποία μέσω της διαίρεσης της εργασίας, των δομών, των συστημάτων και των σχεδίων επιδιώκει την επίτευξη των σκοπών. Στο θέμα της οργάνωσης συγκαταλέγονται επίσης η ανάθεση καθηκόντων, δηλαδή ο καταμερισμός της εργασίας, η διαμόρφωση θέσεων εργασίας, όπως επίσης η στελέχωση και η διαμόρφωση σχέσεων μεταξύ των εργαζομένων, δηλαδή τμηματοποίηση, ιεραρχικά επίπεδα, εύρος ελέγχου κλπ. (Μανασάκης, 2002).
1.3. Άσκηση Διοίκησης στην Εκπαίδευση
Η μεταφορά των γενικών αρχών της διοίκησης στο χώρο της εκπαίδευσης, το κατά πόσο δηλαδή η εκπαίδευση συνιστά ένα ακόμη πεδίο εφαρμογής αυτών των γενικών αρχών έχει αποτελέσει αντικείμενο αντιπαραθέσεων και έντονων συζητήσεων. Τα βασικά στοιχεία της διοίκησης χαρακτηρίζουν εν πολλοίς και την εκπαίδευση. Η εκπαίδευση είναι δυνατόν να εκληφθεί ως ένας χώρος άσκησης διοίκησης ο οποίος παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με άλλους χώρους, αλλά εμφανίζει και αρκετές ιδιαιτερότητες που καθιστούν απαραίτητες την κατάλληλη προσαρμογή των γενικών αρχών και, σε αρκετές περιπτώσεις, την ανάπτυξη εντελώς νέων προσεγγίσεων (Κατσαρός, 2008).
Εξειδικεύοντας τον παραπάνω ορισμό στην περίπτωση της σχολικής μονάδας, διαπιστώνουμε τα εξής σε σχέση με τα συστατικά στοιχεία του διοικητικού φαινομένου:
- Ο γενικός σκοπός της Εκπαίδευσης διαγράφεται στο άρθρο 16 του ισχύοντος Συντάγματος 1975/1986 και ορίζει ότι «Η παιδεία …έχει ως σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων». Αναφορικά με το ρόλο της πρώτης βαθμίδας εκπαίδευσης ο νόμος 1566/85 (άρθρο 1) ορίζει ότι «σκοπός της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι να συμβάλει στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών…»
- Η διοικητική λειτουργία στο επίπεδο της σχολικής μονάδας εξυπηρετεί επικουρικά αυτόν τον σκοπό, δημιουργώντας όλες εκείνες τις προϋποθέσεις, που θα διευκολύνουν την διεξαγωγή της εκπαιδευτικής διαδικασίας ώστε να μεγιστοποιήσουν την απόδοση των παραγόντων που εμπλέκονται σε αυτή. Ως τέτοιοι παράγοντες μπορούν να αναφερθούν το διοικητικό προσωπικό, η κτιριακή και άλλη υποδομή, οι οικονομικοί και οι άλλοι υλικοί πόροι που είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία του, αλλά και άλλοι παράγοντες όπως είναι η τοπική κοινωνία, οι γονείς των μαθητών, κλπ.
- Για να δημιουργήσει αυτές τις προϋποθέσεις, η διοίκηση της σχολικής μονάδας με τη δεδομένη δομή (προϊστάμενες αρχές, διευθυντής, συλλογικά όργανα) και μέσα από συγκεκριμένες διαδικασίες προγραμματίζει και σχεδιάζει το εκπαιδευτικό έργο, φροντίζει για την οργάνωσή του και γενικότερα για την οργάνωση της σχολικής ζωής, διευθύνει, καθοδηγεί, συντονίζει και ελέγχει τους ανθρώπινους παράγοντες που εμπλέκονται στην εκπαιδευτική διαδικασία (Κατσαρός, ό.π.).
Μεταφέροντας, λοιπόν, τον ορισμό της διοίκησης στο χώρο της εκπαίδευσης, θα μπορούσαμε να τον αναδιατυπώσουμε ως εξής: Διοίκηση είναι η εξειδικευμένη ανθρώπινη δραστηριότητα που αναπτύσσεται στο πλαίσιο των πάσης φύσεως εκπαιδευτικών οργανισμών ή του εκπαιδευτικού συστήματος στο σύνολό του και επιδιώκει την πραγματοποίηση, στον καλύτερο δυνατό βαθμό, των σκοπών της εκπαίδευσης με την αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων – ανθρωπίνων και υλικών – μέσα από λειτουργίες, όπως είναι ο Προγραμματισμός, η Οργάνωση, η Διεύθυνση, ο Συντονισμός και ο Έλεγχος (Κατσαρός, ό.π.).
Αντίστοιχα ο Σαϊτης (2000) ορίζει τη διοίκηση στην εκπαίδευση ως «ένα σύστημα δράσης που συνίσταται στην ορθολογική χρησιμοποίηση των διαθέσιμων πόρων – ανθρώπινων και υλικών – για την πραγματοποίηση των στόχων που επιδιώκονται από τους διάφορους τύπους εκπαιδευτικών οργανισμών».
Και οι δύο ορισμοί περιλαμβάνουν τα βασικά στοιχεία της διοίκησης , τα οποία χαρακτηρίζουν την Εκπαίδευση σε μεγάλο βαθμό.
Η διοικητική λειτουργία, σε επίπεδο προσχολικής μονάδας που είναι και το θέμα μας, εξυπηρετεί τους σκοπούς που προαναφέρονται και δημιουργεί τις προϋποθέσεις που διευκολύνουν τη διεξαγωγή της εκπαιδευτικής διαδικασίας και μεγιστοποιούν την απόδοση παραγόντων που συγκαταλέγονται σε αυτή.
Γενικά, οι εκπαιδευτικοί Οργανισμοί είναι ιδιόμορφοι και περισσότερο πολύπλοκοι σε σχέση με άλλους Οργανισμούς. Αυτή τους η ιδιομορφία δεν τους απαλλάσσει από την υποχρέωση να λειτουργούν και να διοικούνται αποτελεσματικά, όπως οι υπόλοιποι οργανισμοί, διότι η αποτελεσματικότητα της διοίκησης των εκπαιδευτικών οργανισμών επηρεάζει τη λειτουργία και ανάπτυξή τους και δεν επιτυγχάνεται ο στόχος τους που είναι η εξασφάλιση μίας καλύτερης εκπαίδευσης.
Προσαρμόζοντας τις γενικές λειτουργίες της διοίκησης, το βασικό διοικητικό έργο στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι το ακόλουθο:
- Καθορισμός και ανάπτυξη αντικειμενικών και πολιτικών στόχων τόσο για τη λειτουργία των σχολικών μονάδων όσο και για τη λειτουργία της διοίκησης προκειμένου να επιτύχει στο έργο της
- Προτροπή, παραδοχή βοήθειας και προσανατολισμό των δομών των σχολείων με στόχο την επιτυχία των σκοπών του
- Εντοπισμό προβλημάτων, επεξεργασία και λήψη αποφάσεων για ένα επιτυχημένο έργο στην εκπαίδευση
- Συντονισμό προσπαθειών για την ανάπτυξη του συστήματος, κατάρτιση προγραμμάτων ανάπτυξης και εφαρμογής τους
- Προγραμματισμός και εφαρμογή προγραμμάτων σπουδών
- Εξασφάλιση, προμήθεια, διοίκηση και διαχείριση χρηματοδοτικών πόρων για την αρμονική λειτουργία των κάθε επιπέδου Σχολείων
- Διεύθυνση προσωπικού κάθε είδους
- Εντοπισμό και ανάλυση των κοινωνικών προβλημάτων και κοινωνικοοικονομικών αναγκών και λήψη αποφάσεων για την επίλυσή τους
Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα χαρακτηρίζεται ως συγκεντρωτικό – γραφειοκρατικό – ιεραρχικό σύστημα διοίκησης, όπου τον ιεραρχικό ρόλο παίζει το κράτος ενώ οι εκπαιδευτικού εκτελούν εντολές (μεταβίβαση – εκτέλεση) και οι μαθητές – γονείς (κοινωνία) υποβιβάζονται σε παθητικούς καταναλωτές δημόσιας υπηρεσίας, αποδεχόμενοι την όποια εκπαιδευτική πολιτική, ποιότητα εκπαίδευσης και εκπαιδευτικό αποτέλεσμα (Αργυροπούλου, 2014).
1.4. Ο ρόλος του ηγέτη – διευθυντή στο Νηπιαγωγείο.
Το Νηπιαγωγείο είναι ένα διοικητικός θεσμός και διαθέτει έντονα γραφειοκρατικά χαρακτηριστικά, αφού αποτελεί αποκεντρωμένη δημόσια ή ιδιωτική υπηρεσία της οποίας η λειτουργία προσδιορίζεται από τη σχετική νομοθεσία, ενώ η οργάνωση του ακολουθείτο ιεραρχικό πρότυπο και στηρίζεται στην ύπαρξη κανόνων και στη διαμόρφωση θέσεων κι ρόλων με συγκεκριμένα καθήκοντα (Σακκά, Στραμάρκου & Τζαμασπισβίλι, 2015). Παράλληλα, αποτελεί έναν κοινωνικό θεσμό με έντονη παρουσία στο επίπεδο της τοπικής και ευρύτερης κοινωνίας του οποίου η δράση και οι σχέσεις με άλλους θεσμούς διαμορφώνονται από τις γενικότερες κοινωνικό – οικονομικές και ιστορικές συνθήκες, αλλά και από την επίδραση ιδιαίτερων τοπικά προσδιορισμένων, γεωγραφικών, οικονομικών, πολιτιστικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, οι οποίοι σχετίζονται με την ανάπτυξη οργανωμένων συμφερόντων. Η διοίκηση του Σχολείου απαιτεί ο διευθυντής να διαθέτει γνώσεις management και μια πολύπλευρη και συνεχή επιστημονική κατάρτιση σε θέματα όπως ο προγραμματισμός, η οργάνωση, η συμβουλευτική υποστήριξη, η αξιολόγηση, η παρακίνηση, η αποδοτικότητα, η αποτελεσματικότητα, η επίτευξη στόχων, η διοίκηση και η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού.
Η διοίκηση και η ηγεσία στα νηπιαγωγεία διαφέρει σημαντικά από οποιαδήποτε άλλη εκπαιδευτική μονάδα, εξαιτίας των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που συναντώνται σε αυτά, όπως είναι η ευαίσθητη παιδική ηλικία, το μεγάλο εύρος ευθυνών και υποχρεώσεων που συνδέονται με τα μικρά παιδιά, το είδος των εγκαταστάσεων, το πρόγραμμα σπουδών και οι σχέσεις τους με την τοπική κοινωνία. Επίσης οι παράγοντες που ευνοούν την αποτελεσματική ηγεσία σε τέτοιου είδους περιβάλλοντα εξαρτώνται από την ιδιοσυγκρασία και το φύλο του ηγέτη, τα χαρακτηριστικά του διδακτικού προσωπικού και η στάση τους απέναντι στην ποιότητα της διδασκαλίας, την αλλαγή και την καινοτομία, την επαγγελματική τους κατάρτιση και ανάπτυξη.
Ο ρόλος του διευθυντή – ηγέτη του νηπιαγωγείου είναι διπλός. Από τη μια αποτελεί μέρος του συνόλου εκπαιδευτικών-συναδέλφων και μαθητών στους οποίους ηγείται και από την άλλη αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στο σύνολο του νηπιαγωγείου και των ανωτέρων του στην εκπαιδευτική ιεραρχία. Στην άσκηση εξουσίας επηρεάζεται τόσο από τις οδηγίες-εντολές που του δίνονται άνωθεν όσο και από τα προσωπικά του χαρακτηριστικά και τις ικανότητες που πρέπει να υποδείξει. Καλείται να υπηρετήσει γενικούς σκοπούς, τους οποίους καθορίζει η πολιτεία, καθώς και ειδικούς οι οποίοι σχετίζονται με τη σωστή λειτουργία του νηπιαγωγείου (κατάρτιση προγράμματος, εφαρμογή αναλυτικών προγραμμάτων κ.α.) με απώτερο πάντα στόχο την καλλιέργεια και τη διαμόρφωση της προσωπικότητας των μαθητών (Κωτσίκης, 1993).
Ο ρόλος του διευθυντή σήμερα είναι πιο απαιτητικός, γιατί ο διευθυντής επωμίζεται ποικίλο έργο όπως διοικητικό, γραφειοκρατικό, αναλαμβάνει τη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, δημιουργεί διαπροσωπικές σχέσεις και στοχεύει στη διαμόρφωση καλού σχολικού κλίματος (Σαϊτης, 2002β). Ο σύνθετος ρόλος και η διαμόρφωση της ηγετικής συμπεριφοράς απαιτεί ιδιαίτερες ικανότητες (Hay, 2006).
Οι πολλαπλοί ρόλοι που καλείται να αναλάβει ο διευθυντής στο σύγχρονο Σχολείο για την αποδοτική λειτουργία του είναι οι εξής: α) οργανωτής: οφείλει να κάνει χρήση των διαθέσιμων πόρων με τον καλύτερο τρόπο και να συμβάλλει στη διαμόρφωση του χώρου του γραφείου, την οργάνωση της σχολικής Γραμματείας και του σχολικού αρχείου, την τήρηση και ενημέρωση των υπηρεσιακών στοιχείων του σχολείου, την οργάνωση την βιβλιοθήκης, την αποθήκευση και συντήρηση του σχολικού εξοπλισμού και των σχολικών κτιρίων και τέλος να προγραμματίζει το έργο του, β) επόπτης: είναι υπεύθυνος για την τήρηση των νόμων, εγκυκλίων, υπηρεσιακών εντολών και την εφαρμογή των αποφάσεων του συλλόγου διδασκόντων, γ) εκπαιδευτής: πρέπει να μεριμνά για την ανάπτυξη του διδακτικού προσωπικού, να μεταδίδει γνώσεις και δεξιότητες, να ενθαρρύνει, να καθοδηγεί, να εξασφαλίζει το καλύτερο περιβάλλον, να διεγείρει το ενδιαφέρον των συνεργατών του, δ) συντονιστής: ως επικεφαλής εξασφαλίζει την ενότητα των προσπαθειών και την ενοποίηση των επιμέρους ενεργειών του σχολείου με προσωπική επαφή και την τεχνική «συλλογικής σκέψης», ε) εκπαιδευτικός: σύμφωνα με το νόμο εκτελεί διδακτικά καθήκοντα με μειωμένο ωράριο που εξαρτάται από τη δύναμη του σχολείου, έτσι αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για τους εκπαιδευτικούς και διατηρεί την επαφή με τους μαθητές και την τάξη, στ) ρυθμιστής λειτουργικών ζητημάτων: όπως οι πρόσθετες απασχολήσεις των εκπαιδευτικών, η αναπλήρωση έκτακτης απουσίας, η φοίτηση των μαθητών, η λειτουργία συνεργαζόμενων σχολείων κ.α., ζ) εκπρόσωπος του σχολείου με τα ανώτερα επίπεδα διοίκησης, με τους γονείς των μαθητών, με το Δήμο και του κοινωνικούς φορείς, με όργανα λαϊκής συμμετοχής. Γενικά, ο διευθυντής του Σχολείου οφείλει να είναι παρόν, να ανταπεξέρχεται με θάρρος, να αναλαμβάνει ευθύνες, να κερδίζει τον σεβασμό και την εκτίμηση, να δρα με ειλικρίνεια, δικαιοσύνη και δημοκρατικότητα για την επίτευξη του καλύτερου αποτελέσματος (Σαϊτης, ό.π.).
1.4.1. Επιλογή διευθυντικών στελεχών στη Δημόσια Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση.
Ένας διευθυντής πρέπει να διαθέτει ορισμένες δεξιότητες για να ανταπεξέρχεται με επιτυχία στις απαιτήσεις της θέσης του. Τα χαρακτηριστικά της έννοιας «δεξιότητα» είναι: η δυνατότητα εκτέλεσης ενός έργου, η μέση απόδοση και η διαφοροποίηση. Σύμφωνα με άλλη άποψη, οι δεξιότητες διακρίνονται σε τεχνικές, ανθρώπινες και νοητικές. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματικότητα και η απόδοση ενός ηγετικού στελέχους σχετίζεται με το περιβάλλον και τη διοικητική του θέση, οι δεξιότητες μπορούν να κατανεμηθούν σε τρεις ομάδες: α) ικανότητα του συνεργάζεσθαι, να έχει δηλαδή υπομονή, κατανόηση, να είναι γνώστης της ψυχολογίας του ατόμου και τη ομάδας, να είναι αντικειμενικός και ουδέτερος, β) επαγγελματική ικανότητα, να έχει δηλαδή, διοικητική πείρα και επιστημονική κατάρτιση, γ) αντιληπτική ικανότητα, να έχει δηλαδή παρατηρητικότητα, διοικητική φαντασία – ενεργητικότητα (Σαϊτης, ό.π.).
Ο διευθυντής του Σχολείου οφείλει να είναι μορφωμένος και έμπειρος, να ενημερώνεται διαρκώς για τις εξελίξεις της επιστήμης της, να διαθέτει διοικητικές γνώσεις, να συνεργάζεται με όλους όσους εμπλέκονται στη σχολική μονάδα, να δημιουργεί κουλτούρα και να επιδεικνύει σεβασμό προς τους νόμους του κράτους και τις διαδικασίες.
Η επιλογή διευθυντικών στελεχών στη Δημόσια Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση σήμερα γίνεται με βάση το Νόμο 3467/2006 (ΦΕΚ 128Α’/21-6-2006). Σύμφωνα με το Νόμο αυτό συνεκτιμώνται και μοριοδοτούνται τα εξής: 1) Υπηρεσιακή κατάσταση – διδακτική εμπειρία: βαθμολογούνται με μέγιστο όριο τις 22 (είκοσι-δύο) μονάδες τα παρακάτω: α) συνολική εκπαιδευτική προϋπηρεσία, β) διδακτική εμπειρία, γ) άσκηση διοικητικών καθηκόντων διευθυντή εκπαίδευσης ή προϊσταμένου γραφείου εκπαίδευσης ή σχολικού συμβούλου, διευθυντή ή υποδιευθυντή σχολικής μονάδας, συμμετοχή σε υπηρεσιακά συμβούλια και συμβούλια επιλογής στελεχών, κ.ά. 2) Η επιστημονική – παιδαγωγική συγκρότηση με ανώτατο όριο τις 14 (δέκα-τέσσερις) μονάδες και βαθμολογούνται τα εξής: Διδακτορικό, Μεταπτυχιακό, Διδασκαλείο Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Δεύτερο πτυχίο ΑΕΙ, Επιμόρφωση παιδαγωγική, Επιμόρφωση στις νέες τεχνολογίες, Διαπιστωμένη γνώση ξένης γλώσσας, 3) Η προσωπικότητα – γενική συγκρότηση με 20 (είκοσι) μονάδες ανώτατο όριο. Εκτιμάται από συμβούλιο επιλογής με βάση αναλυτικό βιογραφικό σημείωμα συνοδευόμενο από τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία και τον προσωπικό φάκελο του υποψηφίου αλλά και με προσωπική συνέντευξη του υποψηφίου για παιδαγωγικά θέματα ή σχετικά με τη διοίκηση και οργάνωση εκπαιδευτικών μονάδων.
Διαπιστώνεται ότι η επιστημονική κατάρτιση του υποψηφίου υποτιμάται έναντι της συνέντευξης, ενισχύεται η αρχαιότητα έναντι των τυπικών προσόντων και γενικά παρατηρείται εκ μέρους της πολιτείας μια δυσπραγία στην καθιέρωση ενός αντικειμενικού συστήματος επιλογής διευθυντών (Σπυρόπουλος, 2010).
Συμπεράσματα
Στο παρόν άρθρο προσπαθήσαμε να διερευνήσουμε θέματα που σχετίζονται με τον τρόπο οργάνωσης και διοίκησης του δημόσιου νηπιαγωγείου στην Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα επιχειρήθηκε βιβλιογραφική αρχικά προσέγγιση σε τέσσερα ευρύτερα θέματα που αφορούν την διοίκηση του νηπιαγωγείου: την έννοια της οργάνωσης, την έννοια της διοίκησης, την άσκηση διοίκησης στην εκπαίδευση όπως επίσης και το ρόλο του/της διευθυντή/τριας στο χώρο του νηπιαγωγείου. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε ποσοτική πρωτογενής έρευνα με τη χρήση δομημένου ερωτηματολογίου και διανεμήθηκε διαδικτυακά σε νηπιαγωγούς (διευθυντές και μη) από την Ελλάδα. Η έρευνα ολοκληρώθηκε με τη στατιστική ανάλυση των δεδομένων και παρουσιάστηκε εκτενώς στο τρίτο κεφάλαιο
Είναι γενική διαπίστωση ότι η σωστή διοίκηση και οργάνωση και, κατ’ επέκταση, η σωστή λειτουργία, του νηπιαγωγείου αποτελεί κύρια μέριμνα τόσο της διεύθυνσης όσο και την κοινωνίας γενικότερα, γιατί μέσω αυτού επηρεάζεται ένα σημαντικό κομμάτι της, το πιο ευαίσθητο, τα παιδιά.
Βασικός μοχλός της λειτουργίας ενός νηπιαγωγείου είναι το εκπαιδευτικό προσωπικό, δηλαδή οι νηπιαγωγοί, που καλούνται ως εργαζόμενοι να ξεπεράσουν τις όποιες δυσκολίες και προβλήματα εμφανίζονται στο χώρο εργασίας τους, ιδιαίτερα τη σημερινή εποχή, και ταυτόχρονα ως δημόσιοι λειτουργοί να επιτελέσουν το έργο τους με αξιοπρέπεια ώστε να προσφέρουν θετικές γνώσεις και ικανότητες, τόσο στα νήπια όσο και στην κοινωνία στο σύνολό της.
Με την παρούσα εργασία-έρευνα και βάσει των απαντήσεων που δόθηκαν στο ερωτηματολόγιο, οδηγηθήκαμε σε κάποιες διαπιστώσεις:
1. Είναι συντριπτικό το ποσοστό των γυναικών εργαζομένων στην προσχολική εκπαίδευση. Παρατηρείται το φαινόμενο οι γυναίκες να υπερτερούν αριθμητικά στη διοικητική ιεραρχία –αλλά και συνολικά- των νηπιαγωγείων.
2. Οι περισσότεροι διευθυντές – νηπιαγωγοί αντιμετωπίζουν κατά κύριο λόγο γραφειοκρατικά προβλήματα, ένα κύριο πρόβλημα που εντοπίζεται επίσης τα τελευταία χρόνια είναι οι υποδομές και το προσωπικό.
3. Ένα μεγάλο πρόβλημα που εντοπίζεται επίσης τα τελευταία χρόνια, είναι οι υποδομές και το προσωπικό.
Προτάσεις για μελλοντική έρευνα.
Για μελλοντική έρευνα προτείνεται η διεξαγωγή σε μεγαλύτερο δείγμα με συμμετοχή μόνο διευθυντών/τριών νηπιαγωγείων και συγκριτική έρευνα και μελέτη σε απόψεις πάνω σε παραπλήσια ή τα ίδια θέματα, ώστε να διαπιστωθεί σε ποιο βαθμό η πανδημία έχει επηρεάσει τη λειτουργία, την οργάνωση και τη διοίκηση των νηπιαγωγείων.
Βιβλιογραφία
Α. ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ.
Ανθόπουλος, Κ., Κανταρτζή, Ε. (2006). Η συμμετοχή των δύο φύλων στη στελέχωση της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων.
Αργυροπούλου, Ε., Ραπάνου, Π. (2012). Η επιτακτική ανάγκη ενεργοποίησης του ρόλου της Προϊσταμένης του Νηπιαγωγείου, 8ο Πανελλήνιο Συνέδριο ΠΕΕ με τίτλο «Ελληνική Παιδαγωγική και Εκπαιδευτική Έρευνα». Ιωάννινα.
Αργυροπούλου, Ε. (2007). Οργάνωση και Διοίκηση της Προσχολικής Εκπαίδευσης. Αθήνα: Κριτική.
Αργυροπούλου, Ε. (2014) Προσεγγίζοντας το αβέβαιο μέλλον: η Λειτουργία του Προγραμματισμού στην Εκπαίδευση. Θεσσαλονίκη: Δίσιγμα.
Βάμβουκας, Μ.Ι. (2006). Εισαγωγή στην Ψυχοπαιδαγωγική Έρευνα και Μεθοδολογία. Αθήνα: Γρηγόρης.
Βεργίδης, Δ. (2007). Διερεύνηση επιμορφωτικών αναγκών συνδικαλιστικών στελεχών. Πρώτα ερευνητικά πορίσματα και προτάσεις. Πρακτικά Ημερίδας Δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα και συνδικαλιστική εκπαίδευση. Αθήνα: ΑΔΕΔΥ-Κοινωνικό Πολύκεντρο.
Γιαλαμάς, Β., Κουτσουβάνου, Ε. (1999). Ο Χώρος του Νηπιαγωγείου και οι διαδικασίες μάθησης και διδασκαλίας. Αθήνα: Οδυσσέας.
Ζαφειρόπουλος, Κ. (2005). Πως γίνεται μια επιστημονική εργασία. Αθήνα: Κριτική.
Κανταράκη, Μ., Παγκάκη, Μ., Σταματελοπούλου, Ε. (2008). Κατά φύλο επαγγελματικός διαχωρισμός (κάθετος και οριζόντιος) : διακρίσεις και ανισότητες κατά των γυναικών στην εκπαίδευση. Αθήνα: Κέντρο Ερευνών για θέματα Ισότητας.
Καραφασούλη, Ε. (2021). Οργάνωση-Διοίκηση Νηπιαγωγείου στην Ελλάδα, 2019-20. Πτυχιακή Εργασία. ΠΤΝ-ΠΔΜ.
Κατσαρός, Ι. (2008). Οργάνωση και Διοίκηση της Εκπαίδευσης. Αθήνα: Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.
Κοντογιάννη, Α. (1995). Μουσεία και Σχολεία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Κοντοπούλου, Φ., Χάιδα, Γ. (2018). Παρακολουθώντας και ενισχύοντας την εξέλιξη των χαρισματικών παιδιών στο Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό Σχολείο με παρεμβάσεις προγράμματος συναισθηματικής αγωγής. Πανελλήνιο Συνέδριο Επιστημών Εκπαίδευσης.
Κουλαϊδής, Β. (2006). Ελληνική Νεολαία. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Κουτσουβάνου, Ε. (1998). Εισαγωγή στα Προγράμματα Προσχολικής Εκπαίδευσης. Αθήνα: Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Κωτσίκης, Β. (1993). Οργάνωση και Διοίκηση της Εκπαίδευσης. Αθήνα: ΕΛΛΗΝ.
Λακασάς, Α. (2008). Προσπελάστηκε από https://www.kathimerini.gr/society/372758/ta-alyta-provlimata-tis-paideias/
Mac Naughton, G. (2020). Διαμορφώνοντας την Προσχολική Ηλικία. Αντιλήψεις για τη μάθηση, το Πρόγραμμα Σπουδών και το παιδαγωγικό πλαίσιο. Αθήνα: Πεδίο
Μανασάκης, K. (2002). Η σημασία της επιχειρησιακής κουλτούρας στις συγχωνεύσεις. Αθήνα: Οικονομικός Ταχυδρόμος.
Μπίτσης, Χ. (2020). Απόψεις προϊσταμένων δημόσιων νηπιαγωγείων για τη συμβολή τους στη διαμόρφωση του σχολικού κλίματος της μονάδας προσχολικής εκπαίδευσης: το παράδειγμα της Ρόδου. Πτυχιακή Εργασία. Πανεπιστήμιο Αιγαίου – Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών.
Ντολιοπούλου, Ε. (2003). Ερευνώντας τον κόσμο του παιδιού. Αθήνα:Ελληνικά Γράμματα.
Οικονομίδης, Β. & Λιναρδάκης, Μ. (2012). Η ποιότητα της αίθουσας διδασκαλίας στο νηπιαγωγείο: γωνιές δραστηριοτήτων και εξοπλισμός. Αθήνα: Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών-Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης.
Πάλμου, Ν. (2018). Ο διττός ρόλος των προϊσταμένων των Νηπιαγωγείων. (Παιδαγωγικός και Διοικητικός). Μεταπτυχιακή Εργασία. Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο.
Πανελλήνιο Συνέδριο. (2012). Πρακτικά Συνεδρίου (Ά τόμος) Η ποιότητα στην Εκπαίδευση: τάσεις και προοπτικές. Αθήνα: Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Παρασκευόπουλος, Ι. (1993). Μεθοδολογία της Επιστημονικής Έρευνας. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Πατινιώτης, Ν. (2005). Το ολοήμερο νηπιαγωγείο. Αθήνα: Τυπωθήτω.
Πονηρού, Π. (2014). Διερεύνηση των γνώσεων σχετικά με τις Πρώτες Βοήθειες σε υποψήφιους εκπαιδευτικούς με την εφαρμογή σύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Διδακτορική Διατριβή. Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών – Τμήμα Νοσηλευτικής.
Πρακτικά Συνεδρίου. (2011). Η Άνοιξη των Μουσείων, Συνάντηση για τα εκπαιδευτικά προγράμματα και τη μουσειακή αγωγή. Ρέθυμνο: Ιστορική και Λαογραφική Εταιρία Ρεθύμνου.
Σαϊτης, Χ. (2002α). Οργάνωση και Διοίκηση της Εκπαίδευσης (3η έκδοση). Αθήνα: Αστραπός.
Σαϊτης, Χ. (2002β). Ο διευθυντής στο σύγχρονο σχολείο: από τη θεωρία στην πράξη (2η έκδοση). Αθήνα: Αυτοέκδοση.
Σαϊτης, Χ. (2008). Ο διευθυντής στο Δημόσιο σχολείο. Αθήνα: Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.
Σακκά, Α., Στραμάρκου, Α. & Τζαμασπισβίλι, Μ. (2015). Η προσχολική εκπαίδευση στη Ελλάδα και η προετοιμασία συνύπαρξης με η προνομιούχες κοινωνικές ομάδες. Έρευνα Πτυχιακής Εργασίας. Τ.Ε.Ι. Δυτικής Ελλάδας.
Σταθοπούλου, Ν. (2019). Οι επιμορφωτικές ανάγκες των νηπιαγωγών σε θέματα διοίκησης. Διερεύνηση των απόψεων των νηπιαγωγών της Ηλείας. Διπλωματική Εργασία. Τ.Ε.Ι. Δυτικής Ελλάδας.
Τσαλαγιώργου, Ε.Ι. & Αυγητίδου, Σ. (2017). Διερεύνηση αναγκών και νηπιαγωγών: μία προσπάθεια τεκμηρίωσης του πλαισίου της προσχολικής εκπαίδευσης. Αλεξανδρούπολη: Έρευνα στην εκπαίδευση.
Τσιώλη, Σ. (2011). Ο ρόλος του διευθυντή στο νηπιαγωγείο. Μεταπτυχιακή Εργασία. Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών. Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης.
Β. ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ.
Hay, I. M. (2006). «Leadership of stability and Leadership of volatility: transactional and transformational leadership compared». Academic Leadership.
Fayol, H., & Storrs, C. (1967). General and Industrial Management. Martino Fine Books.
ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ.